42
Hans Frhr. von Campenhausen
τότε δέ τούς άπό Οαλάττης κή-
ρυκας καί τινας οξείς οβελίσκους
ύποστρωννυμένους, καί διά παντός
είδους κολάσεων και βασάνων προ-
ϊόντος και τέλος 9-ηρσ'ιν εις βοράν
παραδιδομένους.
5 μάλιστα δέ ίστοροΰσιν διαπρέψαι
τον γενναιότατον Γ ερμανικόν, ύπορ-
ρωννύντα σύν 9·εία χάριτι την έμφυ-
τον περί τον θάνατον τοΰ σώματος
δειλίαν.
βουλομένου γέ τοι τοΰ ανθυπάτου
πεί&ειν αυτόν προβαλλομένου τε
την ηλικίαν καί άντιβολοΰντος κο-
μιδή νέον όντα και άκμαϊον οίκ-
τον έαυτοΰ λαβεΤν, μη μελλήσαι,
προ&ύμως δ’ έπισπάσασ&·αι εις εαυ-
τόν τό 9ηρίον, μόνον ουχί βιασά-
μενον καί παροξύναντα, ώς αν τά-
χιον τοΰ άδικου και άνομου βίου
6 αυτών άπαλλαγείη. τούτου δ’ επί τώ
διαπρεπεί ίλανάτω τό παν πλήθος
άπο&αυμάσαν της ανδρείας τον θεο-
φιλή μάρτυρα και τήν κα&όλου τοΰ
γένους των Χριστιανών αρετήν,
ά&ρόως έπιβοάν άρξασί)·αι > αίρε
τούς άίλέους· ζητείσ^ω Πολύκαρ-
7 πος <. καί δη πλείστης επί ταϊς
γάρ είχον φυγεΤν τό αιώνιον καί
μηδέποτε σβεννύμενον, και τοΤς
τής καρδίας όφ&αλμοίς ένέβλεπον
τά τηρούμενα τοΤς ύπομείνασιν
άγα&ά, α ούτε οΰς ήκουσεν ούτε
οφθαλμός είδεν ούτε επί καρδίαν
ανθρώπου άνέβη, έκείνοις δέ ύπε-
δείκνυτο ύπό τοΰ κυρίου, οίπερ
μηκέτι άνθρωποι, άλλ’ ήδη άγγελοι
2,4 ήσαν. ομοίως δέ καί εις τά θηρία
κατακριθέντες ύπέμειναν δεινάς κο-
λάσεις, κήρυκας μέν ύποστρων-
νύμενοι καί άλλαις ποικίλων βασά-
νων ίδέαις κολαζόμενοι,ίνα, ει δυνη-
9-είη, διά τής επιμόνου κολάσεως
3,ι εις άρνησιν αυτούς τρέψη. πολλά
γάρ έμηχανάτο κατ’ αυτών ό διά-
βολος. αλλά χάρις τώ θεώ· κατά
πάντων γάρ ούκ ίσχυσεν. ό γενναιό-
τατος Γερμανικός έπερρώννυεν αυ-
τών τήν δειλίαν διά τής εν αυτώ
υπομονής· ος καί έπισήμως έθηριο-
μάχησεν. βουλομένου γάρ τοΰ
άνθυπάτου πείθειν αυτόν καί λέ-
γοντος, τήν ηλικίαν αύτοΰ κατοικ-
τείραι,
έαυτώ έπεσπάσατο
τό θηρίον προσ-
βιασάμενος, τάχιον τοΰ άδικου καί
ανόμου βίου αυτών άπαλλαγήναι
βουλόμενος.
3,2 εκ τούτου ουν παν τό πλήθος,
θαυμάσαν τήν γενναιότητα τοΰ θεο-
φιλοΰς καί θεοσεβούς γένους τών
Χριστιανών,
έπεβόησεν Αίρε
τούς άθέους· ζητείσθω Πολύκαρ-
πος.
Hans Frhr. von Campenhausen
τότε δέ τούς άπό Οαλάττης κή-
ρυκας καί τινας οξείς οβελίσκους
ύποστρωννυμένους, καί διά παντός
είδους κολάσεων και βασάνων προ-
ϊόντος και τέλος 9-ηρσ'ιν εις βοράν
παραδιδομένους.
5 μάλιστα δέ ίστοροΰσιν διαπρέψαι
τον γενναιότατον Γ ερμανικόν, ύπορ-
ρωννύντα σύν 9·εία χάριτι την έμφυ-
τον περί τον θάνατον τοΰ σώματος
δειλίαν.
βουλομένου γέ τοι τοΰ ανθυπάτου
πεί&ειν αυτόν προβαλλομένου τε
την ηλικίαν καί άντιβολοΰντος κο-
μιδή νέον όντα και άκμαϊον οίκ-
τον έαυτοΰ λαβεΤν, μη μελλήσαι,
προ&ύμως δ’ έπισπάσασ&·αι εις εαυ-
τόν τό 9ηρίον, μόνον ουχί βιασά-
μενον καί παροξύναντα, ώς αν τά-
χιον τοΰ άδικου και άνομου βίου
6 αυτών άπαλλαγείη. τούτου δ’ επί τώ
διαπρεπεί ίλανάτω τό παν πλήθος
άπο&αυμάσαν της ανδρείας τον θεο-
φιλή μάρτυρα και τήν κα&όλου τοΰ
γένους των Χριστιανών αρετήν,
ά&ρόως έπιβοάν άρξασί)·αι > αίρε
τούς άίλέους· ζητείσ^ω Πολύκαρ-
7 πος <. καί δη πλείστης επί ταϊς
γάρ είχον φυγεΤν τό αιώνιον καί
μηδέποτε σβεννύμενον, και τοΤς
τής καρδίας όφ&αλμοίς ένέβλεπον
τά τηρούμενα τοΤς ύπομείνασιν
άγα&ά, α ούτε οΰς ήκουσεν ούτε
οφθαλμός είδεν ούτε επί καρδίαν
ανθρώπου άνέβη, έκείνοις δέ ύπε-
δείκνυτο ύπό τοΰ κυρίου, οίπερ
μηκέτι άνθρωποι, άλλ’ ήδη άγγελοι
2,4 ήσαν. ομοίως δέ καί εις τά θηρία
κατακριθέντες ύπέμειναν δεινάς κο-
λάσεις, κήρυκας μέν ύποστρων-
νύμενοι καί άλλαις ποικίλων βασά-
νων ίδέαις κολαζόμενοι,ίνα, ει δυνη-
9-είη, διά τής επιμόνου κολάσεως
3,ι εις άρνησιν αυτούς τρέψη. πολλά
γάρ έμηχανάτο κατ’ αυτών ό διά-
βολος. αλλά χάρις τώ θεώ· κατά
πάντων γάρ ούκ ίσχυσεν. ό γενναιό-
τατος Γερμανικός έπερρώννυεν αυ-
τών τήν δειλίαν διά τής εν αυτώ
υπομονής· ος καί έπισήμως έθηριο-
μάχησεν. βουλομένου γάρ τοΰ
άνθυπάτου πείθειν αυτόν καί λέ-
γοντος, τήν ηλικίαν αύτοΰ κατοικ-
τείραι,
έαυτώ έπεσπάσατο
τό θηρίον προσ-
βιασάμενος, τάχιον τοΰ άδικου καί
ανόμου βίου αυτών άπαλλαγήναι
βουλόμενος.
3,2 εκ τούτου ουν παν τό πλήθος,
θαυμάσαν τήν γενναιότητα τοΰ θεο-
φιλοΰς καί θεοσεβούς γένους τών
Χριστιανών,
έπεβόησεν Αίρε
τούς άθέους· ζητείσθω Πολύκαρ-
πος.