274
Index verborum
ανόητος: 41
ανοίγω: 237-8
ανόσιος: 234
άντίθετον: 122
απαλός: 194
απέρχομαι: 61
άποδοκιμάζω: 88
άποκαλέω:175
άποκαρτερέω: 172
άποκλείομαι: 201
άπορέω:106
άποτρέχω: 110
απροφάσιστος: 85
t άπυξΐνος f: 255-6
άρδω: 154
άσεβέω: 26
άσμενος/ασμένως: 132, 144
άσπάζομαι: 186
άσύμβολος: 87
άχρήματος: 97
βαβαί: 193
βαδίζω: 95
βαλανεύω 30, 31
βατίς: 35
βδέω:158
βήμα: 160
βιάζομαι: 220
βίος (παρασίτου): 89
βλέπω: 123, 216
βουλιμία: 126
βούλομαι: 95
βωμός: 27
γαλεός: 34-5
γελοίος: 108
γένος “species”: 35
“class”: 84
γεωργία: 249
γλωττόκομον: 30,31
γραϋς: 207
γυμνός: 164
γυναικονόμος: 238-9
γυνή (in a context of effeminacy): 48-9
δεινός (λόγοισι): 43
δειπνέω (τάλλότρια): 224
δέρω: 163
δηλαδή: 251
δημηγορέω: 75
διακενής: 216
διάπυρος: 158
διά τέλους: 85
διατριβή: 88
δίδωμι (bribe): 41, 154
δ. σαργάνας: 147
δ. (δίκην) “pay the penalty”: 25
δι’ ήμέρας: 89
δίκρους: 96
δοκέω: 58-9, 107,216
δράω: 120
δυστυχής: 199
έγχελυς: 108-9
εϊρεσιώνη: 248
εΐτα: 158
έκλυτος (βουλιμία): 126
έλαιον: 248
έλεος: 233-4
έμβλέπω: 215
ένίοτε: 218
έν τοΐς τοιούτοις: 81
έντρώγω: 159
έξεστι: 127
έξετάζω: 239
έοικα: 75
έπαινέτης: 86
έπειτα (in rhet. questions): 83
temp, conj.: 186
έπέχω: 166
έπιεικής (θεός): 234
έπινεύω: 216
έπίπονος: 59
έπισίτιος: 224
έπιτρίβω: 27
έράω: 98
ερεθίζω: 229-30
έρωτάω: 110
έσθίω (λόγχας): 122
έστιάω: 239
έτι: 75
εΰδω: 207
εΰοψος: 106
εύρυθμος: 97
εύτυχής: 42
έφοδεύω:238
έχω (ούδέν): 157
(I have got and possess): 41
έ. (συγγνώμην) “forgive”: 42
έ. “hold in hands” (of money): 246
έψω (κυάμους): 187
ζώον (said of human being): 59
Index verborum
ανόητος: 41
ανοίγω: 237-8
ανόσιος: 234
άντίθετον: 122
απαλός: 194
απέρχομαι: 61
άποδοκιμάζω: 88
άποκαλέω:175
άποκαρτερέω: 172
άποκλείομαι: 201
άπορέω:106
άποτρέχω: 110
απροφάσιστος: 85
t άπυξΐνος f: 255-6
άρδω: 154
άσεβέω: 26
άσμενος/ασμένως: 132, 144
άσπάζομαι: 186
άσύμβολος: 87
άχρήματος: 97
βαβαί: 193
βαδίζω: 95
βαλανεύω 30, 31
βατίς: 35
βδέω:158
βήμα: 160
βιάζομαι: 220
βίος (παρασίτου): 89
βλέπω: 123, 216
βουλιμία: 126
βούλομαι: 95
βωμός: 27
γαλεός: 34-5
γελοίος: 108
γένος “species”: 35
“class”: 84
γεωργία: 249
γλωττόκομον: 30,31
γραϋς: 207
γυμνός: 164
γυναικονόμος: 238-9
γυνή (in a context of effeminacy): 48-9
δεινός (λόγοισι): 43
δειπνέω (τάλλότρια): 224
δέρω: 163
δηλαδή: 251
δημηγορέω: 75
διακενής: 216
διάπυρος: 158
διά τέλους: 85
διατριβή: 88
δίδωμι (bribe): 41, 154
δ. σαργάνας: 147
δ. (δίκην) “pay the penalty”: 25
δι’ ήμέρας: 89
δίκρους: 96
δοκέω: 58-9, 107,216
δράω: 120
δυστυχής: 199
έγχελυς: 108-9
εϊρεσιώνη: 248
εΐτα: 158
έκλυτος (βουλιμία): 126
έλαιον: 248
έλεος: 233-4
έμβλέπω: 215
ένίοτε: 218
έν τοΐς τοιούτοις: 81
έντρώγω: 159
έξεστι: 127
έξετάζω: 239
έοικα: 75
έπαινέτης: 86
έπειτα (in rhet. questions): 83
temp, conj.: 186
έπέχω: 166
έπιεικής (θεός): 234
έπινεύω: 216
έπίπονος: 59
έπισίτιος: 224
έπιτρίβω: 27
έράω: 98
ερεθίζω: 229-30
έρωτάω: 110
έσθίω (λόγχας): 122
έστιάω: 239
έτι: 75
εΰδω: 207
εΰοψος: 106
εύρυθμος: 97
εύτυχής: 42
έφοδεύω:238
έχω (ούδέν): 157
(I have got and possess): 41
έ. (συγγνώμην) “forgive”: 42
έ. “hold in hands” (of money): 246
έψω (κυάμους): 187
ζώον (said of human being): 59