18
R. Reitzenstein:
δα — — (17) την γην — — (19) έλθέ — — — — —
κοί. νιb. (44) ά]ληθή λέ[γ . .] — (47) [πε]ντάδα — (49) έστιν άε[τός]
— πυρίπνους — υπόπτερον, — (52) εν τω στόματι, | τιμωρεί
δέ] τψ άσπίδος φό[νψ, όνομα δ]έ [αυ|τψ Θά[να]τος, (55) [έπεί
ουτο]ς πάντων κυριεύ[ει εν γη ώς δεσ]πότης από του λέ[ οντος
μέχρι μ[υία]ς (Pap. wohl υπό του λεοντος μέχρι καθηρπασμένης
μυός, siehe Schluß), [καίτοι το]ΰ λέοντος ου μείίον [£ωό]ν [έ]στιν
ουδέ (60) δυναμικώβτερο ]ν τετράπουν. πάντ' έφ| ορα ή]λιος και
δικάζει και ού[δέν] λανθάνει αυτόν των όν[τ]ων ή των έπί τής
γης γινομένων ' αγαθού και κακού (65) άνταπόδοσιν δίδωσιν.
και νύν εγώ, μεγαλότιμε, εί και τή περιοχή τοιοΰτός σοι φαίνομαι,
[ά]σθενής τις ών και άγεννής, ό Ζευς ώς σέ επιβλέπει, (70) κάμε
καθορα. εν παντ'ι 2ώω πνεύμα αυτού έστιν καί τ[ά] γ' εντός
τού ωοΰ τίνα έστιν έπίσταται, τόν ώόν συντρίψ| αν]τα δε ώς
φονέα μετέρχεται, ή (Pap. ό) δε κηλίς (Pap. κολευς?) (75) εί<ς>
τόν αιώνα ένκεχάρακται. ιν[α δε μ]ή δοκής με ψεύδεσθα[ι, βλέπε)
τόν στολισμόν ώς έν[κεχάρα]κται. άσε[β]ή(?) αίμ[ατα.] ει
ολως ωντ.α τετόλ-.
κοί. νιι«. μηκεν (Ρσρ.μησεν?) έκ τών β[ ρα]χέντ[ων] λίθων μετά τελ[ε]υτήν
ά[να]σπώντες τά αίών[ια] παρασημεΐα (Pap. περισ . . . α?) χαράσ-
σουσιν, ά Ζί[ώον]τας (5) αποκαλύπτει (Pap. I . . . ταπα . . λύπτει?),
άποθανοΰσιν συμ[μέ]νει αύτοΐς. (ούτως καί τά τών) θεών
στολίσματα (έγ)χαράσσεται. ϊν’ είδό[τ]ες [θε]οί(?) καί άνθρωπο[ι |
ευφραίνω[νται], ότι Ζευς πάντας με[τ]απορ[ευ]εται (10) τούς καί
εις τ . . . ακι . . άμαρτάνοντας, γινώσκον[τες | οτι φόνου κηλίς
ουδ[έποτε άνί]ησι, αλλά 7ώντι μ[εν.] άποθανόντι δε
συμπ[αρα]μέ[νει] (15) τόν αιώνα, καί στέλλωντα[ι] (Pap. στέλ-
λονται?) [πάν |τες τό αυτό έπιτελεΐν έπί[στα]μαι οτι αθάνατον
όνομά σ[ου] ουδέ δεινότητι υποπίπτ[ον] τό [τε]λευτών σου —
κοί. νιιb. (34) [άποδεΕαμέ]νη εΐπεν [αυτώ- ούτε αυτή] σε άποκτεν[ώ
ούτε τινί άλ]λω έπιτρέ[ψω-1 ουκ άΕιον έ]μοΰ έστιν | δόλον έπί
σοι υ]φήναι, άγα[θά δέ μάλλον πολ]λά ποιήσω' ε[ι τίνος άδικί]ας
(40) μάρτυς είμι.σαι προαχθήνβαι — — (48) [έπί
του]τοις δέ έφη' δέσπο[ τι, αυτή <ή> ό]δός εις Αίγυπτον όβδευειν'
εί γάρ] οδεύεις εΐκοσιν ή[μέρας έν ορε]σι διανύσεις (Pap. -σαις)
έπ' οί[κου'2 ή δέ γε]λάσα[σα λέ]γει' διά[ τί μοι π]ά[λαι ού]κ
1 Erg. Cr. — 2 Von Ζ. 48 ab erg. Cr.
R. Reitzenstein:
δα — — (17) την γην — — (19) έλθέ — — — — —
κοί. νιb. (44) ά]ληθή λέ[γ . .] — (47) [πε]ντάδα — (49) έστιν άε[τός]
— πυρίπνους — υπόπτερον, — (52) εν τω στόματι, | τιμωρεί
δέ] τψ άσπίδος φό[νψ, όνομα δ]έ [αυ|τψ Θά[να]τος, (55) [έπεί
ουτο]ς πάντων κυριεύ[ει εν γη ώς δεσ]πότης από του λέ[ οντος
μέχρι μ[υία]ς (Pap. wohl υπό του λεοντος μέχρι καθηρπασμένης
μυός, siehe Schluß), [καίτοι το]ΰ λέοντος ου μείίον [£ωό]ν [έ]στιν
ουδέ (60) δυναμικώβτερο ]ν τετράπουν. πάντ' έφ| ορα ή]λιος και
δικάζει και ού[δέν] λανθάνει αυτόν των όν[τ]ων ή των έπί τής
γης γινομένων ' αγαθού και κακού (65) άνταπόδοσιν δίδωσιν.
και νύν εγώ, μεγαλότιμε, εί και τή περιοχή τοιοΰτός σοι φαίνομαι,
[ά]σθενής τις ών και άγεννής, ό Ζευς ώς σέ επιβλέπει, (70) κάμε
καθορα. εν παντ'ι 2ώω πνεύμα αυτού έστιν καί τ[ά] γ' εντός
τού ωοΰ τίνα έστιν έπίσταται, τόν ώόν συντρίψ| αν]τα δε ώς
φονέα μετέρχεται, ή (Pap. ό) δε κηλίς (Pap. κολευς?) (75) εί<ς>
τόν αιώνα ένκεχάρακται. ιν[α δε μ]ή δοκής με ψεύδεσθα[ι, βλέπε)
τόν στολισμόν ώς έν[κεχάρα]κται. άσε[β]ή(?) αίμ[ατα.] ει
ολως ωντ.α τετόλ-.
κοί. νιι«. μηκεν (Ρσρ.μησεν?) έκ τών β[ ρα]χέντ[ων] λίθων μετά τελ[ε]υτήν
ά[να]σπώντες τά αίών[ια] παρασημεΐα (Pap. περισ . . . α?) χαράσ-
σουσιν, ά Ζί[ώον]τας (5) αποκαλύπτει (Pap. I . . . ταπα . . λύπτει?),
άποθανοΰσιν συμ[μέ]νει αύτοΐς. (ούτως καί τά τών) θεών
στολίσματα (έγ)χαράσσεται. ϊν’ είδό[τ]ες [θε]οί(?) καί άνθρωπο[ι |
ευφραίνω[νται], ότι Ζευς πάντας με[τ]απορ[ευ]εται (10) τούς καί
εις τ . . . ακι . . άμαρτάνοντας, γινώσκον[τες | οτι φόνου κηλίς
ουδ[έποτε άνί]ησι, αλλά 7ώντι μ[εν.] άποθανόντι δε
συμπ[αρα]μέ[νει] (15) τόν αιώνα, καί στέλλωντα[ι] (Pap. στέλ-
λονται?) [πάν |τες τό αυτό έπιτελεΐν έπί[στα]μαι οτι αθάνατον
όνομά σ[ου] ουδέ δεινότητι υποπίπτ[ον] τό [τε]λευτών σου —
κοί. νιιb. (34) [άποδεΕαμέ]νη εΐπεν [αυτώ- ούτε αυτή] σε άποκτεν[ώ
ούτε τινί άλ]λω έπιτρέ[ψω-1 ουκ άΕιον έ]μοΰ έστιν | δόλον έπί
σοι υ]φήναι, άγα[θά δέ μάλλον πολ]λά ποιήσω' ε[ι τίνος άδικί]ας
(40) μάρτυς είμι.σαι προαχθήνβαι — — (48) [έπί
του]τοις δέ έφη' δέσπο[ τι, αυτή <ή> ό]δός εις Αίγυπτον όβδευειν'
εί γάρ] οδεύεις εΐκοσιν ή[μέρας έν ορε]σι διανύσεις (Pap. -σαις)
έπ' οί[κου'2 ή δέ γε]λάσα[σα λέ]γει' διά[ τί μοι π]ά[λαι ού]κ
1 Erg. Cr. — 2 Von Ζ. 48 ab erg. Cr.