Αστράτευτοι ή Άνδρόγυνοι (fr. 42)
171
Heph. Ench. 15.22 (ρρ. 54.19-55.6 Consbruch)
τό μέν ούν καθαρόν Κρατίνειον τοιοϋτόν έστι· πολυσχημάτιστον δέ αύτό πεποιή-
κασιν οί κωμικοί, τούς γάρ σπονδείους τούς έμπίπτοντας έν τοϊς ίαμβικοϊς καί τοϊς
τροχαϊκοϊς παρά τάξιν παραλαμβάνουσιν έν ταϊς μέσαις συζυγίαις, τή τροχαϊκή καί
τή ιαμβική. Εΰπολις δέ έν τοϊς Άστρατεύτοις καί άτακτοτάτως συνέθηκε τό είδος- πή
μέν γάρ τοιαϋτα ποιεί (1-2), ——·. πή δέ τοιαϋτα (3)-, ώσθ’ όλον αύτό χοριαμβικόν
έπίμικτον γενέσθαι, ομοιον Άνακρεοντείω τώδε (PMG 386)·-, πή δέ καί άλλοις
έχρήσατο λίαν άτάκτοις σχήμασι
The pure Cratineian, then, is of this sort, but the comic poets have made it polyschema-
tic. For they use the spondees that occur in the iambs and the trochees in an irregular
manner in the central syzygies, i. e. the trochaic and iambic ones. And Eupolis in his
Astrateutoi composed the form in an extremely irregular manner. Because in one place
he writes lines like these (1-2):-; but in another place like these (3):-, so that
the whole thing is a choriambic melange, like this line from Anacreon (PMG 386):-;
and elsewhere he used other highly irregular forms
Σα p. 160.18-25 Consbruch
άνδρες έταϊροι: έν τώ ίαμβικώ σπονδείον εις τήν άρτίαν, λέγω δή τήν τετάρτην, ή
έστιν ήδε ηδη- καί έν τή τροχαϊκή εις τήν περιττήν, λέγω δέ τήν πέμπτην, ή έστι
την γνω. καί ξυνεγιγνόμην: τούτο καί τό εξής Άνακρεόντειον έχουσι τον μέν πρώτον
χορίαμβον, είτα δύο ιάμβους, καί πάλιν χορίαμβον καί’ίαμβον (Pauw : τροχαϊον codd.)
καί συλλαβήν
andres hetairoi: In the iambic foot there is a spondee extending into the even-numbered
portion, by which I mean the fourth, which is this ede. Also in the trochaic foot (there
is a spondee) extending into the odd-numbered portion, by which I mean the fifth,
which is ten gnd. kai xunegignomen: this line and the Anacreonteion that follow have
the initial choriamb, then two iambs, and again a choriamb, an iamb (Pauw : “trochee”
codd.) and a final syllable
Heph. Ench. 16.6 (p. 58.5-8 Consbruch)
καί τό Κρατίνειον δέ τό άσυνάρτητον έκ χοριαμβικοΰ καί τροχαϊκού πολυσχημάτιστον
έστιν. άρκέσει τούτο δεϊξαι ή παράβασις ή έν τοϊς Άστρατεύτοις Εύπόλιδος πάσα
And the Cratinean is a polyschematist compounded out of choriambic and trochaic
units. The entire parabasis in Eupolis’ Astrateutoi will suffice to show this
Σα p. 165.6-20 Consbruch
έν ταϊς ίαμβικαϊς τοίνυν καί ταϊς τροχαϊκαϊς παρά τάξιν τιθέντες τούς σπονδείους
πολυσχημάτιστον αύτό ποιούσιν, οϊα έστιν ή παράβασις ήδε (1)· -——. ή πρώτη χο-
ριαμβική ανδρες εται. ή δευτέρα ιαμβική ούσα έν <τή> άρτίω έσχε τον σπονδείον ροι
δευρ ηδη. ή τρίτη τροχαϊκή ούσα έν τή περιττή έσχε τον σπονδείον την γνώμην προ.
καί λοιπόν ή κατακλείς τροχαϊκή ισχετε. (2)-ό πρώτος χορίαμβος ει δυνατόν, ό
δεύτερος έν ιαμβική γνησίω και μη τι μει. ή τρίτη τροχαϊκή ούσα έν τή περιττή έχει
τον σπονδείον ζον πραττουσα. ή κατακλείς πάλιν τροχαϊκή τυγχάνει
171
Heph. Ench. 15.22 (ρρ. 54.19-55.6 Consbruch)
τό μέν ούν καθαρόν Κρατίνειον τοιοϋτόν έστι· πολυσχημάτιστον δέ αύτό πεποιή-
κασιν οί κωμικοί, τούς γάρ σπονδείους τούς έμπίπτοντας έν τοϊς ίαμβικοϊς καί τοϊς
τροχαϊκοϊς παρά τάξιν παραλαμβάνουσιν έν ταϊς μέσαις συζυγίαις, τή τροχαϊκή καί
τή ιαμβική. Εΰπολις δέ έν τοϊς Άστρατεύτοις καί άτακτοτάτως συνέθηκε τό είδος- πή
μέν γάρ τοιαϋτα ποιεί (1-2), ——·. πή δέ τοιαϋτα (3)-, ώσθ’ όλον αύτό χοριαμβικόν
έπίμικτον γενέσθαι, ομοιον Άνακρεοντείω τώδε (PMG 386)·-, πή δέ καί άλλοις
έχρήσατο λίαν άτάκτοις σχήμασι
The pure Cratineian, then, is of this sort, but the comic poets have made it polyschema-
tic. For they use the spondees that occur in the iambs and the trochees in an irregular
manner in the central syzygies, i. e. the trochaic and iambic ones. And Eupolis in his
Astrateutoi composed the form in an extremely irregular manner. Because in one place
he writes lines like these (1-2):-; but in another place like these (3):-, so that
the whole thing is a choriambic melange, like this line from Anacreon (PMG 386):-;
and elsewhere he used other highly irregular forms
Σα p. 160.18-25 Consbruch
άνδρες έταϊροι: έν τώ ίαμβικώ σπονδείον εις τήν άρτίαν, λέγω δή τήν τετάρτην, ή
έστιν ήδε ηδη- καί έν τή τροχαϊκή εις τήν περιττήν, λέγω δέ τήν πέμπτην, ή έστι
την γνω. καί ξυνεγιγνόμην: τούτο καί τό εξής Άνακρεόντειον έχουσι τον μέν πρώτον
χορίαμβον, είτα δύο ιάμβους, καί πάλιν χορίαμβον καί’ίαμβον (Pauw : τροχαϊον codd.)
καί συλλαβήν
andres hetairoi: In the iambic foot there is a spondee extending into the even-numbered
portion, by which I mean the fourth, which is this ede. Also in the trochaic foot (there
is a spondee) extending into the odd-numbered portion, by which I mean the fifth,
which is ten gnd. kai xunegignomen: this line and the Anacreonteion that follow have
the initial choriamb, then two iambs, and again a choriamb, an iamb (Pauw : “trochee”
codd.) and a final syllable
Heph. Ench. 16.6 (p. 58.5-8 Consbruch)
καί τό Κρατίνειον δέ τό άσυνάρτητον έκ χοριαμβικοΰ καί τροχαϊκού πολυσχημάτιστον
έστιν. άρκέσει τούτο δεϊξαι ή παράβασις ή έν τοϊς Άστρατεύτοις Εύπόλιδος πάσα
And the Cratinean is a polyschematist compounded out of choriambic and trochaic
units. The entire parabasis in Eupolis’ Astrateutoi will suffice to show this
Σα p. 165.6-20 Consbruch
έν ταϊς ίαμβικαϊς τοίνυν καί ταϊς τροχαϊκαϊς παρά τάξιν τιθέντες τούς σπονδείους
πολυσχημάτιστον αύτό ποιούσιν, οϊα έστιν ή παράβασις ήδε (1)· -——. ή πρώτη χο-
ριαμβική ανδρες εται. ή δευτέρα ιαμβική ούσα έν <τή> άρτίω έσχε τον σπονδείον ροι
δευρ ηδη. ή τρίτη τροχαϊκή ούσα έν τή περιττή έσχε τον σπονδείον την γνώμην προ.
καί λοιπόν ή κατακλείς τροχαϊκή ισχετε. (2)-ό πρώτος χορίαμβος ει δυνατόν, ό
δεύτερος έν ιαμβική γνησίω και μη τι μει. ή τρίτη τροχαϊκή ούσα έν τή περιττή έχει
τον σπονδείον ζον πραττουσα. ή κατακλείς πάλιν τροχαϊκή τυγχάνει