410
Eupolis
άποκηρύξει The verb means “auction off’, as at Lys. 17.7; D. 23.201; cf.
[Ammon.] Diff. 268 = Herennius Philo a 9 = Ptol. Gramm, ap. Heylbut 1887
p. 397.20-1 κηρϋξαι μέν και άποκηρϋξαι λέγουσιν επί το<ϋ> ύπό κήρυκα
άποδόσθαι τι (“they say keruxai and apokeruxai in reference to using a herald
to offer something for sale”), citing Men. fr. 422 (quoted in Text); Harp. p. 46.19
= A 188 Keaney, citing Pl. Com. fr. 129; Poll. 10.18.
άλφάνη For the verb (“bring in, earn”, and thus “fetch (money)”), e. g. Od.
15.452-3 ύμιν μυρίον ώνον / άλφοι (“he would fetch you an enormous price”;
of a boy to be sold into slavery); Ar. fr. 339 (quoted above); E. Med. 297; fr. 326.2;
Homeric παρθένοι άλφεσίβοιαι (“girls who bring in cattle”, sc. as dowry).
fr. 274 K.-A. (254 K.)
ώς ούκέτ’ αν φάγοιμι x — )
(χ — — χ> στιβάδας έξ ότου ’φυγον
1 φάγοιμι Suda : φύγοιμι Σ
Suda : φάγον, i. e. ’φάγον Σ
2 έξ δτου] έξότου Suda : έξόσου Σ
’φυγον] φύγον
that I could no longer eat <— x —
(x — — x> since I/they fled camp-beds
Σν Ar. Pax 348 ~ Suda φ 604
αναγράφεται ό Φορμίων δυσί ναυμαχίαις νικήσαι Λακεδαιμονίους στρατηγήσας.
λιτός δέ ούτος καί στρατιωτικός, διό καί “στιβάδας” είπε Φορμίωνος, οί γάρ τά
πολεμικά έξασκησάμενοι ύπό γυμνασίων καί πόνων είώθασι χαμαικοιτεϊν. καί (=
test, i) Διόνυσος (Meineke : Διονύσιος Σ) έν Ταξιάρχοις παρ’ Εύπόλιδι μανθάνων
παρά τώ Φορμίωνι τούς τών στρατηγών (στρατηγιών Meineke : στρατειών Kaibel)
καί πολέμων νόμους φησίν:-
Phormio is recorded as defeating the Spartans in two naval battles while serving as
general. He was frugal and martial, which is why (Aristophanes) said “stibadas” of
Phormio; for those who prepare themselves for war by means of exercise and hard
work tend to sleep on the ground. Also (= test, i) Dionysus (thus Meineke : “Dionysius”
Σ) in Eupolis’ Taxiarchoi, while learning in Phormio’s company about the customs of
generals (“generalships” Meineke : “campaigns” Kaibel) and of wars, says:-
Meter lambic trimeter.
Eupolis
άποκηρύξει The verb means “auction off’, as at Lys. 17.7; D. 23.201; cf.
[Ammon.] Diff. 268 = Herennius Philo a 9 = Ptol. Gramm, ap. Heylbut 1887
p. 397.20-1 κηρϋξαι μέν και άποκηρϋξαι λέγουσιν επί το<ϋ> ύπό κήρυκα
άποδόσθαι τι (“they say keruxai and apokeruxai in reference to using a herald
to offer something for sale”), citing Men. fr. 422 (quoted in Text); Harp. p. 46.19
= A 188 Keaney, citing Pl. Com. fr. 129; Poll. 10.18.
άλφάνη For the verb (“bring in, earn”, and thus “fetch (money)”), e. g. Od.
15.452-3 ύμιν μυρίον ώνον / άλφοι (“he would fetch you an enormous price”;
of a boy to be sold into slavery); Ar. fr. 339 (quoted above); E. Med. 297; fr. 326.2;
Homeric παρθένοι άλφεσίβοιαι (“girls who bring in cattle”, sc. as dowry).
fr. 274 K.-A. (254 K.)
ώς ούκέτ’ αν φάγοιμι x — )
(χ — — χ> στιβάδας έξ ότου ’φυγον
1 φάγοιμι Suda : φύγοιμι Σ
Suda : φάγον, i. e. ’φάγον Σ
2 έξ δτου] έξότου Suda : έξόσου Σ
’φυγον] φύγον
that I could no longer eat <— x —
(x — — x> since I/they fled camp-beds
Σν Ar. Pax 348 ~ Suda φ 604
αναγράφεται ό Φορμίων δυσί ναυμαχίαις νικήσαι Λακεδαιμονίους στρατηγήσας.
λιτός δέ ούτος καί στρατιωτικός, διό καί “στιβάδας” είπε Φορμίωνος, οί γάρ τά
πολεμικά έξασκησάμενοι ύπό γυμνασίων καί πόνων είώθασι χαμαικοιτεϊν. καί (=
test, i) Διόνυσος (Meineke : Διονύσιος Σ) έν Ταξιάρχοις παρ’ Εύπόλιδι μανθάνων
παρά τώ Φορμίωνι τούς τών στρατηγών (στρατηγιών Meineke : στρατειών Kaibel)
καί πολέμων νόμους φησίν:-
Phormio is recorded as defeating the Spartans in two naval battles while serving as
general. He was frugal and martial, which is why (Aristophanes) said “stibadas” of
Phormio; for those who prepare themselves for war by means of exercise and hard
work tend to sleep on the ground. Also (= test, i) Dionysus (thus Meineke : “Dionysius”
Σ) in Eupolis’ Taxiarchoi, while learning in Phormio’s company about the customs of
generals (“generalships” Meineke : “campaigns” Kaibel) and of wars, says:-
Meter lambic trimeter.